Στο σκύλο, οι επιληπτικές κρίσεις αποτελούν συχνό πρόβλημα και οφείλονται σε διάφορα ενδοκρανιακά και εξωκρανιακά αίτια, καθώς και στην ιδιοπαθή επιληψία.Η τελευταία αναφέρεται ως το συχνότερο αίτιο επιληπτικών κρίσεων στο σκύλο. Εμφανίζεται συχνά σε ορισμένες φυλές σκύλων και συνήθως είναι κληρονομικής αιτιολογίας: Γερμανικοί και Βέλγικοι Ποιμενικοί, Μπήγκλ, Κόκερ Σπάνιελ, Κανίς, Αγίου Βερνάρδου, Ιρλανδικά Σέττερ, Φοξ Τέρριερ, Γκόλντεν Ρητρήβερ, Κήσχοντ είναι ορισμένες από τις φυλές που εμφανίζουν συχνότερα επιληψία απ’ ότι άλλες. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις για την κληρονομική προέλευσή της και σε άλλες καθαρόαιμες φυλές.
ΚΥΡΙΩΣ ΑΝΑΦΟΡΑ
Το συχνότερο αίτιο επιληπτικών κρίσεων στο σκύλο, με μόνη εξαίρεση την εγκεφαλίτιδα από την νόσο του CARR (μόρβα), είναι η επιληψία (ιδιοπαθής η αληθής και δευτερογενής ή επίκτητη). Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση μεταξύ των όρων “EΠΙΛΗΠΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ” και “ΕΠΙΛΗΨΙΑ”. Οι πρώτες αποτελούν σύμπτωμα που, (εκτός από την επιληψία), μπορεί να εμφανισθεί σε οργανικές εγκεφαλοπάθειες, σε μεταβολικά νοσήματα (Υπογλυκαιμία, Ηπατική εγκεφαλοπάθεια, Αμβιταμίνωση Β1) ή σε τοξικώσεις του νευρικού συστήματος (στρυχνίνη, μόλυβδος). Αντίθετα, η Επιληψία είναι ασθένεια που χαρακτηρίζεται από την περιοδική εμφάνιση επιληπτικών κρίσεων, στα μεσοδιαστήματα των οποίων, το ζώο εμφανίζεται τελείως φυσιολογικό. Η ηλικία των σκύλων κατά την οποία εμφανίζονται οι επιληπτικές κρίσεις κυμαίνονται από 18 μήνες έως 5 χρόνια. Επισημαίνεται ότι, εφόσον οι επιληπτικές κρίσεις εμφανίζονται σε σκύλους μικρότερους των 6 μηνών ή μεγαλύτερους των 5 χρόνων, αποκλείεται να οφείλονται στην ιδιοπαθή επιληψία.
Οι επιληπτικές κρίσεις οφείλονται σε ανώμαλες και μη ελεγχόμενες ηλεκτρικές ώσεις των νευρώνων του εγκεφάλου, που έχουν παροξυστικό χαρακτήρα και είναι παροδικές. Συνήθως, οι επιληπτικές κρίσεις προκαλούνται από τέτοιου είδους ανώμαλες ώσεις που παράγονται από ομάδα νευρώνων, αποτελώντας έτσι την επιληπτογόνο εστία. Από την επιληπτογόνο εστία, οι ώσεις εξαπλώνονται διαμέσου των φυσιολογικών νευρικών οδών, είτε σε ολόκληρο το κεντρικό νευρικό σύστημα (γενικευμένες), είτε σε ένα μόνο τμήμα αυτού (μερικές επιληπτικές κρίσεις). Κάθε άτομο έχει ένα συγκεκριμένο ουδό ερεθίσματος (ένα ανεκτό “όριο” θα λέγαμε). Όταν ο ουδός αυτός ξεπεραστεί, τότε εμφανίζονται οι επιληπτικές κρίσεις.
Τα ζώα που πάσχουν από ιδιοπαθή επιληψία (σε αντίθεση με τα φυσιολογικά), έχουν χαμηλό ουδό επιληπτικών κρίσεων (δηλαδή “ερεθίζονται” πιο εύκολα), και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Στην πρώτη ανήκουν εκείνα, που για την πρόκληση των επιληπτικών κρίσεων, απαιτείται η προηγούμενη δράση ορισμένων διεργετικών παραγόντων όπως είναι η κόπωση, ο πυρετός, τα έντονα φωτεινά και ακουστικά ερεθίσματα, ο οίστρος κ.ά. Στη δεύτερη κατηγορία, οι επιληπτικές κρίσεις εμφανίζονται απότομα, χωρίς την προηγούμενη δράση των παραπάνω διεγερτικών παραγόντων. Σε μια τυπική επιληπτική κρίση διακρίνουμε τέσσερα στάδια: 1) το πρόδρομο στάδιο, 2) την Αύρα, 3) το στάδιο της καθ’ αυτού επιληπτικής κρίσης και 4) το μετεπιληπτικό στάδιο.
ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΕΣ ΕΛΑΦΡΑΣ ΜΟΡΦΗΣ, ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ
Κατά το στάδιο της αύρας, το ζώο φαίνεται ανήσυχο και προσπαθεί να κρυφτεί ή ζητά τη βοήθεια του ιδιοκτήτη. Αμέσως μετά, εμφανίζονται ταυτόχρονα μη ελεγχόμενοι σπασμοί των μυών των άκρων, του τραχήλου και του κεφαλιού. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, το ζώο διατηρεί τη συνείδησή του, παραμένει σε κατάκλιση και μπορεί να εμφανίσει σιελόρροια και έμμετο. Η διάρκεια της καθ’ αυτού επιληπτικής κρίσης είναι συνήθως από ένα έως δέκα λεπτά αλλά μπορεί να φθάσει και τη μία ώρα! Κατά τη διάρκεια του μετεπιληπτικού σταδίου, ο σκύλος φαίνεται εξαντλημένος και εμφανίζει διανοητική σύγχυση.
Αυτού του είδους οι επιληπτικές κρίσεις έχουν παρατηρηθεί στην ιδιοπαθή επιληψία του Κανίς.
ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΕΣ ΒΑΡΙΑΣ ΜΟΡΦΗΣ
Στο είδος αυτό της επιληπτικής κρίσης δεν προηγείται το στάδιο της αύρας. Το ζώο πέφτει απότομα σε πλάγια κατάκλιση εκβάλλοντας ταυτόχρονα κραυγές, εμφανίζει απώλεια της συνείδησης και διατηρεί ανοιχτά τα μάτια. Οι μύες των άκρων, του τραχήλου, του προσώπου και της κάτω γνάθου, συσπώνται και είναι άκαμπτοι. Το ζώο εκδηλώνει αναπνευστική δυσχέρεια, σιελόρροια, ακράτεια ούρων και κοπράνων. Λίγο πριν αρχίσει η ανάνηψη παρατηρείται έντονος ποδηλατισμός (κουνά τα πόδια του σαν να κάνει ποδήλατο) ή παραμένει τελείως ήρεμο και σε πλάγια κατάκλιση. Η συνήθης διάρκεια της καθ’ αυτού επιληπτικής κρίσης είναι 30 – 90 δευτερόλεπτα. Κατά τη διάρκεια του μετεπιληπτικού σταδίου το ζώο εμφανίζεται εξαντλημένο και έχει υπνηλία ή, αντίθετα, παρουσιάζει υπερδιέγερση, υπερκινητικότητα και αποπροσανατολισμό. Αυτό το στάδιο διαρκεί συνήθως από λίγα λεπτά έως μία ώρα, αλλά σε ορισμένα ζώα μπορεί να καλύψει ένα 24ωρο!!
Οι επιληπτικές κρίσεις αυτού του είδους εμφανίζονται στην ιδιοπαθή επιληψία των μεγαλόσωμων φυλών και των Κόκερ Σπάνιελ.
ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ
Ενδέχεται να μην έχουν στάδιο αύρας και η διάρκεια της επιληπτικής κρίσης ποικίλει σημαντικά.
Τα συνήθη συμπτώματα των επιληπτικών αυτών κρίσεων είναι: Ετερόπλευροι (μόνο από τη μία πλευρά) μυϊκοί σπασμοί του προσώπου, του ενός ή και των δύο άκρων, κινήσεις μάσησης, υστερικό τρέξιμο, αποπροσανατολισμός, κυνήγημα φανταστικών αντικειμένων, κυνήγημα ή αυτοφαγία της ουράς, χρόνιοι έμετοι και διάρροια. Τα προηγούμενα συμπτώματα παρουσιάζονται (μόνα ή σε συνδυασμούς), ανάλογα με την ανατομική θέση, (στον εγκέφαλο), της επιληπτογόνου εστίας.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ – ΔΙΑΓΝΩΣΗ – ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Στην ιδιοπαθή επιληψία, ιδιαίτερα στις μεγαλόσωμες φυλές, η πρόγνωση, δυστυχώς, είναι δυσμενής επειδή οι κρίσεις μετά από κάποιο χρονικό διάστημα δεν ελέγχονται καθόλου οπότε μπορούν να επιφέρουν το θάνατο. Πολλές φορές οι ιδιοκτήτες προτιμούν την ευθανασία. Πάντως, αν και ορισμένα στάδια των επιληπτικών κρίσεων δεν εμφανίζονται ή όταν εμφανίζονται δεν γίνονται αντιληπτά από τον ιδιοκτήτη, η καλή περιγραφή των συμπτωμάτων (αυτών που αντιλαμβάνεται) από τον ιδιοκτήτη και ένα καλό ιστορικό, βοηθούν πολύ τον κτηνίατρο στη διάγνωση της ασθένειας. Η έγκαιρη έναρξη της θεραπείας μειώνει σημαντικά την πιθανότητα δημιουργίας πρόσθετων επιληπτογόνων εστιών. Πρέπει να τονισθεί ότι η ιδιοπαθής επιληψία δεν θεραπεύεται, αλλά μπορεί να ελεγχθεί (μέχρι κάποιο χρονικό διάστημα) και να προσφέρει μια καλή ποιότητα ζωής στο επιληπτικό ζώο (μείωση έντασης, διάρκειας και συχνότητας των επιληπτικών κρίσεων). Για τη θεραπεία, χρησιμοποιούνται (από το στόμα) διάφορα αντιεπιληπτικά φάρμακα (φαινοβαρβιτάλη – διφαινυλυδαντοΐνη – πριμιδόνη), για όλη τη ζωή του επιληπτικού σκύλου.
Θοδωρης Σουλιμιωτης